πέρνημι

πέρνημι
Α
1. (σχετικά με αιχμαλώτους ή εμπορεύματα) βγάζω από τη χώρα για να πουλήσω αλλού (α. «σέ γε... νηυσὶν λάβον ἠδ' ἐπέρασσαν τοῡδ' ἀνδρὸς πρὸς δώματα», Ομ. Ιλ.
β. «τοῑς ξένοις τὰ χρήματα περνάντα σ' εἶδον», Ευρ.)
2. πουλώ, εμπορεύομαι.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο ενεστ. πέρ-νη-μι ανάγεται στην ΙΕ ρίζα *perā- / *perә- / *per- «διαπερνώ, διακομίζομαι, διέρχομαι» (πρβλ. πείρω, πέρα, πείρα, πόρος, πέρας) και έχει σχηματιστεί από τη συνεσταλμένη βαθμίδα τής ρίζας (με φωνηεντισμό -ε-, αντί τού αναμενόμενου -α-, πιθ. κατ' επίδραση τού αορ. -πέρα-σα) παρεκτεταμένη με έρρινο ένθημα -ν-η- (*pr-n-eә2-), πρβλ. δάμ-ν-η-μι, κίρ-ν-η-μι, πίτ-ν-η-μι. Η συνεσταλμένη βαθμίδα τής ρίζας (πρβλ. παλαιό ιρλδ. renim) μαρτυρείται στους αιολ. τ. «πορνάμεν
πωλεῖν» και «πορνάμεναι
πωλούμεναι» (Ησύχ.) με φωνηεντισμό –ο-, χαρακτηριστικό τής αιολ. διαλέκτου (βλ. και λ. πόρνη). Ο αόρ. -πέρᾰ-σα ανάγεται στη δισύλλαβη μορφή τής ρίζας, με απαθές το πρώτο και συνεσταλμένο το δεύτερο φωνήεν, ενώ ο παρκμ. πέ-πρᾱ-μαι, ο παθ. αόρ. -πρα-θην και ο δευτερογενής ενεστ. τ. πι-πρᾱ-σκω (με ενεστ. διπλασιασμό πι- και ενεστ. επίθημα -σκω) στη δισύλλαβη μορφή τής ρίζας με μηδενισμένο το πρώτο φωνήεν και απαθές το δεύτερο (πρβλ. και πρᾱ-σις, πρᾱ-τήρ, πρᾱ-της). Ανάλογος σχηματισμός παρατηρείται στο ρ. κεράννυμι* (αόρ. -κέρᾰ-σα, παρακμ. κέ-κρᾱ-μαι, παθ. αόρ. -κρᾱ-θην). Το ρ. πέρνημι με αρχική σημ. «εξάγω προς πώληση αιχμαλώτους» συν. διά θαλάσσης χρησιμοποιήθηκε και με την γενικότερη σημ. τού πουλώ ως συνώνυμο τών πωλώ, αποδίδομαι. Στην ίδια οικογένεια, τέλος, εντάσσεται η λ. πόρνη, που παρουσιάζει ανώμαλο φωνηεντισμό -ο- και σημασιολογική διαφοροποίηση από την αρχική σημ. τού πέρνημι (βλ. λ. πόρνη)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • πέρνημι — export for sale pres ind act 1st sg περνάω sell pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περνᾶσι — πέρνημι export for sale pres part act masc/neut dat pl (attic epic ionic) πέρνημι export for sale pres ind act 3rd pl περνάω sell pres subj mp 2nd sg (epic) περνάω sell pres part act masc/neut dat pl (doric) περνάω sell pres subj act 3rd pl… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περνᾶσιν — πέρνημι export for sale pres part act masc/neut dat pl (attic epic ionic) πέρνημι export for sale pres ind act 3rd pl περνάω sell pres subj mp 2nd sg (epic) περνάω sell pres part act masc/neut dat pl (doric) περνάω sell pres subj act 3rd pl… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περνάντα — πέρνημι export for sale pres part act neut nom/voc/acc pl πέρνημι export for sale pres part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περναμένοισι — πέρνημι export for sale pres part mp masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) περνᾱμένοισι , περνάω sell pres part mp masc/neut dat pl (aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περνᾶται — πέρνημι export for sale pres subj mp 3rd sg (doric) περνάω sell pres subj mp 3rd sg περνάω sell pres ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περνάμενα — πέρνημι export for sale pres part mp neut nom/voc/acc pl περνά̱μενα , περνάω sell pres part mp neut nom/voc/acc pl (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περνάμενος — πέρνημι export for sale pres part mp masc nom sg περνά̱μενος , περνάω sell pres part mp masc nom sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περνάναι — πέρνημι export for sale pres inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περνῶ — πέρνημι export for sale pres subj act 1st sg (attic epic doric) περνάω sell pres imperat mp 2nd sg περνάω sell pres subj act 1st sg (attic epic ionic) περνάω sell pres ind act 1st sg (attic epic ionic) περνάω sell pres subj act 1st sg (attic epic …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”